«Δεν τους βαραίνει ο πόλεμος
αλλ΄ έγινε πνοή τους»
έγραφε ο Διονύσιος Σολωμός για τους ελεύθερους πολιορκημένους του Μεσολογγιού. Χρόνια μετά, ένας άλλος ποιητής, θα διατράνωνε με τα δικά του λόγια και τη δική του οπτική:
«Το ζήτημα δεν είναι να είσαι αιχμάλωτος
το να μην παραδίνεσαι αυτό είναι το ζήτημα».
(Ναζίμ Χικμέτ)
Και καθόλου αταίριαστο δεν είναι που μνημονεύουμε την εθνική επέτειο χρησιμοποιώντας στίχους του τούρκου ποιητή. Για την ελευθερία είναι γραμμένοι, την εσωτερική. Στο ένδοξο «αλωνάκι» μονάχα την μέσα τους ελευθερία είχαν. Αυτήν ήθελαν να διατηρήσουν «πολιορκημένοι από στεριά και θάλασσα» για να θυμηθούμε και τον Γιάννη Ρίτσο.
Περισσότερα ποιήματα για το 1821 μπορείτε να βρείτε στην ανθολογία του Ηλία Γκρη «Το 1821 στην ελληνική ποίηση» που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Κέδρος». Περιλαμβάνει 140 ποιήματα, που έγραψαν σε διάστημα εκατόν ενενήντα χρόνων 109 Ελληνες ποιητές, καθώς και- στο επίμετρο- αναφορές και αποσπάσματα σε πολλούς (και από πολλούς) ακόμη. Έξι χρόνια δουλειάς απαιτήθηκαν για τον Ηλία Γκρη. Έξι χρόνια ακάματης και συστηματικής έρευνας στην Εθνική Βιβλιοθήκη, τη Γεννάδιο, τη Βιβλιοθήκη της Βουλής. Όπως σημειώνει στο κατατοπιστικό και εξαιρετικά ενδιαφέρον επίμετρό του, αιτία για τη δημιουργία αυτή υπήρξε το ότι γενιές ολόκληρες «εμποτίστηκαν με ψεύδη, λογής ψευδολογήματα, που όλα συνέτειναν στη διαιώνιση φαιδρών ιδεολογημάτων και στη βέβηλη επιβράβευση.»
Η ανθολογία χαρακτηρίζεται «ποιητικό μυθιστόρημα με πρωταγωνιστές θρυλικά πρόσωπα και τόπους σύμβολα της Επανάστασης του Εικοσιένα.» Αυτή η συναρπαστική ποιητική διαδρομή μέχρι και τις αρχές του 21ου αιώνα, ξεκινά με έναν οραματιστή αλλά και εν πολλοίς προφήτη, τον Ρήγα Βελεστινλή.
Ο Ηλίας Γκρης έχει συγκροτήσει και άλλες ανθολογίες, ανάμεσα στις οποίες και μία για το Πολυτεχνείο. Ταυτοχρόνως, έχει εκδώσει ποίηση, πεζογραφία και δοκίμια.
Μπορεί να περιμένετε ότι θα βάλω Ρίτσο, αλλά θα σας εκπλήξω. Θα παραθέσω ένα απόσπασμα από την (ανθολογημένη) «Λειτουργία κάτω απ’ την Ακρόπολη» του Νικηφόρου Βρεττάκου:
«Τα παιδιά σου γεννιόντουσαν ντυμένα και φαγωμένα
Και πολλά τους γεννιόντουσαν κι εγγράμματα μάλιστα.
Τα περισσότερα όμως, μην έχοντας τρόπο να πράξουν αλλιώς, τι κρατούσαν αδιάκοπα στο δεξί τους τα άρματα, τις τραγούδαγαν τις γραφές τους, κρεμώντας τις μελωδίες τους στα κράκουρα και στα δέντρα.
Άλλωστε, το ένα μολύβι και το ένα χαρτί που υπάρχαν στο Έθνος, τα είχε πάρει ο Μακρυγιάννης.
Κ’ έβαζε πάνω τους σκοπιές ο Θεός τους νοήμονες αρχαγγέλους του,
Να του αντιγράφουνε τα τραγούδια τους, για να παίρνει αναφορά: τι μπορεί να βαστάξει στον κόσμο ένας άνθρωπος ή ένα έθνος.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου