Πέμπτη, Οκτωβρίου 07, 2010

And the Nobel goes to...



Επιτέλους, το πήρε. Μετά από πολλά χρόνια που άκουγε το όνομά του να συγκαταλέγεται, απλώς, στους υποψήφιους, ο Μάριο Βάργκας Λιόσα (ή Γιόσα, ανάλογα με το πώς το προφέρει ο καθένας) επελέγη για το φετινό Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Γιατί όχι; Είναι Λατινοαμερικάνος, από μια μεγάλη σχολή μυθιστορήματος δηλαδή, είναι καλός συγγραφέας (αν και όχι του ύψους ενός Μάρκες ή, στο αντίστοιχο της ποίησης, ενός Οκτάβιο Πας) είναι και πρώην αριστερός, νυν (πολύ) δεξιός. Ανακατεύθηκε μάλιστα με την πολιτική, από αυτή, τη δεξιά θέση, θέτοντας υποψηφιότητα για πρόεδρος της χώρας του. Μέσα στα συνήθη κριτήρια της Σουηδικής Ακαδημίας, δηλαδή.

O Μάριο Βάργκας Λιόσα γεννήθηκε το 1936 στην Αρεκίπα του Περού. Ήδη με το πρώτο του μυθιστόρημα Η πόλη και τα σκυλιά (μτφρ. Aγγελική Aλεξοπούλου, Εκδόσεις Καστανιώτη, 1999) έγινε γνωστός σε όλο τον κόσμο. Aπό τις Eκδόσεις Kαστανιώτη κυκλοφορούν επίσης τα μυθιστορήματα Μια ιστορία για τον Μάυτα (μτφρ. Aγγελική Aλεξοπούλου, 1997), Τα τετράδια του δον Ριγοβέρτο (μτφρ. Bιβή Φωτοπούλου, 2001), Η γιορτή του τράγου (μτφρ. Aγγελική Aλεξοπούλου, 2002), Το πράσινο σπίτι (μτφρ. Kατερίνα Tζωρίδου, 2005). Επίσης κυκλοφορεί η αυτοβιογραφία του με τον τίτλο Το ψάρι στο νερό (μτφρ. Λήδα Παλλαντίου, 1999) και το δοκίμιό του Επιστολές σ' ένα νέο συγγραφέα (μτφρ. Mαργαρίτα Mπονάτσου, 2001).
Το πρώτο του μυθιστόρημα θεωρείται και το καλύτερό του. Με πρόσχημα τις βαρβαρότητες σε μια στρατιωτική σχολή περιγράφει τη διαδικασία που μεταμορφώνει την πλειονότητα σε πιόνια και φερέφωνα μιας βάναυσης, αυταρχικής και ιεραρχημένης κοινωνίας. Με αυτό τον τρόπο, οι έφηβοι ήρωες- τα σκυλιά- καταπιέζονται και αλλάζουν για ναενσωματωθούν στην πόλη- κοινωνία
Κατά την Αγγελική Αλεξοπούλου, «για τον Μάριο Βάργκας Λιόσα, η λογοτεχνία υπάρχει για να επιτελεί κοινωνικό έργο: πρέπει, με άλλα λόγια, να αφυπνίζει, να ξεσηκώνει, να θορυβεί τον αναγνώστη της, να του ξυπνάει την επιθυμία να αλλάξει τον κόσμο που ζει - έναν κόσμο που δηλωμένα δεν αρέσει στον ίδιο - να ανατρέπει τις παλιές παραδεδεγμένες αξίες του.
Ο συγγραφέας οφείλει να είναι ένας ασυμβίβαστος επαναστάτης, να αποκαλύπτει τους μηχανισμούς της κοινωνίας που διαφθείρουν το άτομο, γι αυτό και τα έργα του είναι κατά βάση ανθρωποκεντρικά και οι ήρωές του είναι αθώα, μα και προδομένα πλάσματα.»

«Τα καλύτερα πράγματα στη ζωή μου, μού συνέβησαν διαβάζοντας», έχει πει ο ίδιος στην εφημερίδα «Ελ Παΐς» «Η ενασχόλησή μου με το γράψιμο δεν θα είχε αναδειχθεί εάν δεν είχα γοητευτεί τόσο πολύ από τον κόσμο της μυθοπλασίας, την οποία ανακάλυψα σε ηλικία πέντε ετών, στην Κοτσαμπάμπα της Βολιβίας, με τα πρώτα μου βιβλία. Θυμάμαι πόσο εμπλούτισα και ανέπτυξα την πραγματικότητα χάρις στην ανάγνωση. Η ανάγνωση σε κάνει κύριο μιας γλώσσας. Κάποιος που δεν διαβάζει, αναγκαστικά έχει φτωχό λεξιλόγιο και εκφράζεται άσχημα. Αυτό δεν σημαίνει μόνο ότι είναι περιορισμένη η γνώση σου στη γλώσσα, αλλά και ότι σκέπτεσαι κακά γιατί σκέπτεται με τον τρόπο που μιλά και αντιστρόφως.
Είμαι εντελώς πεπεισμένος πως κάποιος που διαβάζει απολαμβάνει καλύτερα τη ζωή, αν και αντιλαμβάνεται περισσότερο τα προβλήματα στον κόσμο. Υπάρχει μια διαδικασία που αναπτύσσεις, όπως η περιέργεια και οι αμφιβολίες οι οποίες δημιουργούνται μέσα από την ανάγνωση καλών βιβλίων. Αυτό όμως, σε κάνει να ζεις καλύτερα».
Οσο για το γράψιμο; «Eίναι σίγουρο» λέει, «πως γράφεις, για να ζήσεις όσα δεν μπορείς στην πραγματική σου ζωή, είναι ένας τρόπος να ζεις πολλά πεπρωμένα, πολλές εμπειρίες, να υποδύεσαι πολλούς ρόλους. Ο λόγος ύπαρξης της λογοτεχνίας είναι να προσφέρει στη ζωή σου, όλες αυτές τις εμπειρίες που δεν μπορείς να έχεις στην πραγματικότητα, ενώ συγχρόνως το μυαλό σου τις αποζητά. Tο να γράφεις σήμερα είναι η αναζήτηση μιας ασφάλειας μέσα στην ανασφάλεια. Eνα είδος μαγικού κλειδιού, ικανού να δώσει μια λογική συνοχή σε αυτό που διαφορετικά θα ήταν απόλυτα χαώδες.»