Πέμπτη, Μαΐου 22, 2008

Μήτσος Αλεξανδρόπουλος: «Εχω την αίσθηση ότι γράφω συνεχώς το ίδιο βιβλίο

Ηξερα ποιον συναντούσα. Δεν μπορούσα όμως ποτέ να υποπτευθώ ότι τα λόγια του ανθρώπου που μου έκανε την τιμή να μου τα εμπιστευθεί υπό μορφήν συνέντευξης τον Φεβρουάριο του 1987, θα ήταν τόσο καίρια και τόσο επίκαιρα και σήμερα. Ο Μήτσος Αλεξανδρόπουλος ήταν, βλέπετε, πάνω απ’ όλα σοφός. Με εκείνη τη σοφία που σε κάνει πιο ανθρώπινο, πιο μειλίχιο, πιο συγκαταβατικό και ταυτοχρόνως πιο αυστηρό, όπως και πιο αποφασιστικό.
Η συζήτηση είχε ξεκινήσει από τις εμπειρίες του στην πολιτική προσφυγιά, καθώς είχε ζήσει μισή ζωή εδώ (στην Ελλάδα) μισή ζωή εκεί (κυρίως στη Μόσχα). Από εκεί είχε γίνει φανερή σε μένα και η έννοια της Αντίστασης, την οποία είχε έντονη μέσα του. «Θεωρώ μεγάλη ευτυχία το γεγονός ότι μπόρεσα να έρθω σε επαφή με άλλα πολιτιστικά κλίματα, με άλλη γλώσσα και ειδικά τη ρωσική, και μπόρεσα να τροχίσω τη δική μου αντοχή και την εθνική αν θέλετε, και τη γλωσσική, και πολλά άλλα πράγματα» μου είχε πει.
«Όταν περνάς αυτή τη δοκιμασία, νιώθεις καλύτερα τι έχεις μέσα σου, κι αν το έχεις. Αυτές οι αξίες που είναι πραγματικά αξίες (το ότι είσαι μέλος μιας εθνικής κοινότητας, ή μιας πολιτικής, ή ιδεολογικής) έχει σημασία να τις διασταυρώνεις, να τις επιβεβαιώνεις και να βγαίνεις μέσα από τη δοκιμασία κρατώντας ό,τι καλύτερο υπάρχει. Εχει πολύ μεγάλη σημασία η σύγκριση, το μέτρημα, μέσα από τα φώτα που έρχονται από αλλού. Το ότι ας πούμε το ρωσικό θέμα έχει μπει μέσα στο έργο μου, ήταν κάτι ιδιαίτερα πολύτιμο για μένα. Γιατί μέσα απ’ αυτή τη διασταύρωση, μια αρκετά επικίνδυνη διαδικασία, εγώ κρατώ τον εαυτό μου.»
Η συνέντευξη πέρασε κατόπιν στο έργο του και στη διαρκή αναζήτηση που αυτό έκρυβε. Μου είχε πει πως αν και υπάρχει μια πολυμορφία σε σχέση με τον χρόνο που διαδραματίζονται τα διάφορα έργα, το περιβάλλον, τα πρόσωπα αλλά και τα είδη ο αναγνώστης του «θα ήθελα να ξέρει πως προσωπικά έχω την αίσθηση ότι γράφω συνεχώς το ίδιο βιβλίο. Μέσα από αυτά τα διάφορα πράγματα περνάει κάτι που είναι πιο σταθερό. Είναι μια απελευθερωτική γραμμή.»
Η έννοια της απελευθέρωσης, η έννοια της αντίστασης. «Γεννηθήκαμε μέσα σε ένα ορισμένο ιδεολογικό και ψυχικό κλίμα» μου είχε απαντήσει, «μπάσαμε μέσα μας ορισμένες αξίες που είναι πολύ δυνατές, η ακτινοβολία τους είναι μεγάλη. Και να θέλεις ακόμα, δεν μπορείς να τις απωθήσεις.»
Κι επειδή είχε γεννηθεί αγωνιστής, τον αγωνιστικό εαυτό του προτάσσει και σε άλλη περίπτωση, όταν είχαμε φτάσει στο ότι ο Ελληνας αναγνώστης έχει εθιστεί στο εύκολο:
«Πιστεύω πως η έννοια του αναγνώστη περνά μια δοκιμασία. Και είναι τραγικό να αισθάνεσαι τον εαυτό σου, κάποτε, φωνή βοώντος εν τη ερήμω. Είμαστε σε μια δύσκολη εποχή. Αλλά οι δύσκολες εποχές, σου τροχίζουν κι εσένα το πείσμα. Δεν υπάρχει άλλη στάση. Δεν μπορείς να παραδώσεις τα όπλα. (…) Το πείσμα, λοιπόν. Εχεις ένα μετερίζι- έτσι μάθαμε κιόλας εμείς- μέσα από το οποίο πολεμάς. Κουτσός, στραβός, παράλυτος, ό,τι είσαι, πρέπει να εμμένεις.»
Η συζήτηση, που γινόταν για τον Ριζοσπάστη στον οποίο ήμουν τότε, είχε πολλά επίκαιρα θέματα: Γκορμπατσόφ, περεστρόικα, Μαρξ, Λένιν, Φλωμπέρ (μην παραξενεύεστε, κι αυτοί μπορεί να είναι επίκαιροι). Τελείωνε με μια ερώτηση για την «κομματικότητα» για την οποία η απάντησή του ήταν, όπως και όλες, χωρίς να ξεχνάμε τα δεδομένα εκείνης της εποχής, εξαιρετική:
-Να μια ευκαιρία να μιλήσουμε για την κομματικότητα, του είχα πει. Και μου είχε απαντήσει,
«Αυτό μας πηγαίνει σε ένα άλλο ερώτημα, που έχει άμεση σχέση με τούτο, και που είναι η στράτευση. Πρέπει να πω ότι στις τοποθετήσεις που γίνονται, τίποτα δεν βλέπω να με ικανοποιεί. Για μένα, η στράτευση είναι ένας ανώτερος βαθμός ελευθερίας. Θα φαίνεται λίγο παράξενο, αλλά δεν είναι. Λέμε: στρατευμένος λογοτέχνης ή στρατευμένος καλλιτέχνης. Το θέμα είναι κατά πόσο αυτά τα δύο συζούν, ή το ένα υποκύπτει στο άλλο. Εάν πραγματικά συν-λειτουργούν τότε η στράτευση είναι ένας ανώτερος βαθμός ελευθερίας και ένα δυσκολότερο καθήκον. Είναι μερικά πράγματα και μερικά όρια αδιανόητα αν δεν είσαι στρατευμένος.
Πώς να το πω; Να ο Λυκαβηττός απέναντί μας. ‘Η τον ανεβαίνεις, ή κάθεσαι και τον κοιτάς. Καλύτερα είναι να τον ανέβεις. Αν δεν το κάνεις, θα μείνεις εδώ, μέσα στο δρόμο. Η στράτευση λοιπόν για τον λογοτέχνη, σημαίνει σοβαρότερα καθήκοντα, μεγαλύτερες δυσκολίες. Αν δε, υπερισχύσει αυτή και χαθεί ο λογοτέχνης, να μας λείπει. Γι’ αυτό τονίζω ότι πρέπει να τονώσουμε τη συνείδηση του λογοτέχνη όταν τη βλέπουμε λειψή. Διαφορετικά, δεν χρειάζεται ο λογοτέχνης. Την κάνει ο πολιτικός καλύτερα τη δουλειά του, με τα δικά του μέσα.»

Δευτέρα, Μαΐου 19, 2008

Υστατο «χαίρε» στον Μήτσο Αλεξανδρόπουλο

Λίγες μέρες πριν συμπληρώσει τα 84 χρόνια του, ο Μήτσος Αλεξανδρόπουλος, ο υπέροχος συγγραφέας και άνθρωπος, έκλεισε για πάντα τα μάτια του. Τα ξημερώματα, στο Ερρίκος Ντυνάν, ο Μήτσος Αλεξανδρόπουλος άφησε την τελευταία του πνοή μετά από μακρά μάχη με τον καρκίνο, μάχη που έδωσε με γενναιότητα, υπομονή και σθένος ως το τέλος. Θα τον αποχαιρετίσουμε μεθαύριο Τετάρτη ώρα 3μμ από το Α΄ Νεκροταφείο, με μια πολιτική κηδεία- χωρίς λόγους. Όπως ακριβώς ο ίδιος, ήθελε, ων βαθύτατα πολιτικός, λιτός και ουσιαστικός σε ολόκληρο τον βίο του.
Ο Μήτσος Αλεξανδρόπουλος είχε γεννηθεί στις 26 Μαΐου του 1924. Είχε ξεδιπλώσει από νέος το σπουδαίο ταλέντο του, το συγγραφικό, όπως και την επαναστατική του διάθεση. Σε καιρούς που συμμετοχή σε επαναστατικά κινήματα σήμαινε ακόμη και θάνατο, είχε μετάσχει στην Εθνική Αντίσταση ήδη από τα πρώτα της βήματα, το 1942, ως μέλος του ΕΑΜ Νέων.
Το 1948 πέρασε στους αντάρτες του αρχηγείου Ηπείρου. Με το ψευδώνυμο Σφυρής έστελνε χρονογραφήματα (Ριπές) στα «Καθημερινά Νέα», που έβγαζαν στο αρχηγείο οι Βασίλης Άνθης και Κώστας Τσανάκας. Στα τέλη του 1949 διέφυγε στις Ανατολικές χώρες, αρχικά στο Βουκουρέστι και από το 1956 στη Μόσχα όπου παρέμεινε έως τον επαναπατρισμό του το 1975. Το 1953 καταδικάστηκε από το στρατοδικείο Ιωαννίνων τρις εις θάνατον.
Φοίτησε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών ως το τελευταίο έτος και, πολιτικός πρόσφυγας πλέον, στο Λογοτεχνικό Ινστιτούτο της Μόσχας. Το 1957 γνωρίστηκαν στη Μόσχα με τη Σόνια Ιλίνσκαγια, δευτεροετή φοιτήτρια τότε στο κλασικό τμήμα της Φιλολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Λομονόσωφ, και το 1959 παντρεύτηκαν. Απέκτησαν ένα παιδί, την Όλγα Αλεξανδροπούλου.
«Αισθάνομαι πως γράφω συνέχεια το ίδιο βιβλίο» μού είχε πει στη μία και μοναδική συνέντευξη που μού είχε δώσει. Μάλιστα, η συνέντευξη αυτή είχε ξεκινήσει ως «έλα και αν οι ερωτήσεις με κεντρίσουν, βλέπουμε». Όχι, δεν είχε κάτι μαζί μου, ούτε με τους δημοσιογράφους. Απλώς, δεν είχε συνηθίσει στις συνεντεύξεις και ούτε ήθελε να συνηθίσει. Ηταν από τις φράσεις που μου έχουν μείνει στον νου. Κυρίως επειδή η ποικιλία του έργου, του ύφους, του τρόπου γραφής του είναι τόση και τέτοιας έκτασης, ώστε να εκπλήσσουν τα σεμνά του λόγια.
Αν το καλοσκεφτεί κανείς, όμως, ένα βιβλίο έγραφε όντως σε όλη τη ζωή του. Το βιβλίο της εποχής του. Μια τοιχογραφία, είτε με τα μυθιστορήματά του, είτε με τα διηγήματα, είτε με τις μελέτες του.
Στο έργο του Μήτσου Αλεξανδρόπουλου αναμίχθηκαν δύο λογοτεχνικές και πολιτισμικές παραδόσεις, η ελληνική και η ρωσική. Το δημιουργικό δέσιμό του με τον ρωσικό πολιτισμό και η μεγάλη σειρά σχετικών έργων του δεν είχαν ως μόνο στόχο τη μεταβίβαση της αποκτημένης γνώσης, προέκυψαν και πορεύτηκαν μέσα στον πνευματικό αναβρασμό της εποχής σαν μια δική του ανταπόκριση, δική του πρόταση ερμηνείας, όπως το επιχειρούσε και στα άλλα του βιβλία. Το ρωσικό κεφάλαιο της δουλειάς του ολοκληρώθηκε με τη μυθιστορηματική βιογραφία του «Ο Τολστόι» (2007) και με ένα αφιέρωμα στην τραγική περίπτωση του Ρώσου ποιητή Όσιπ Μαντελστάμ – το «Όσιπ Μαντελστάμ. Στην Πετρούπολη θα σμίξουμε πάλι» (Μάρτιος 2008) είναι το τελευταίο του βιβλίο.
Τον γνώρισα με το «Μικρό όργανο για τον επαναπατρισμό» και τον αποχαιρετώ τώρα με το βιβλίο για τον Μαντελστάμ. Αυτόν τον μειλίχιο, τρυφερό, γενναιόφρονα άνθρωπο που δεν μπορώ να σκεφτώ να έρχεται σε αντίθεση με την καθοδήγηση (και ασφαλώς ήρθε πολλές φορές). Ξέρω όμως πως όταν ερχόταν, ήταν τόσο αποφασιστικός όσο και αφοσιωμένος. Αυτό που λέμε «διαμάντι». Στη ζωή και στην τέχνη. Αξίας ανεκτίμητης.
Βεβαίως έχει πάρει πολλά λογοτεχνικά βραβεία σε Ελλάδα και Σοβιετική Ενωση- Ρωσία, όπως και το Μεγάλο Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου του, το 2001.
Το συνολικό έργο του πεζογράφου, δοκιμιογράφου και μεταφραστή Μήτσου Αλεξανδρόπουλου είναι πολυσχιδές, από το διήγημα ως το ταξιδιωτικό.
Δ ι η γ ή μ α τ α
Αρματωμένα χρόνια (Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις 1954), Μια πρόσφατη ιστορία (ΠΛΕ 1962), Λευκή ακτή (ΠΛΕ 1966), Φύλλα φτερά (Διογένης 1977, Πολύτυπο 1983), Η ένατη πληγή (Κέδρος 1986), Επιστροφές (Ελληνικά Γράμματα 1999)
Μ υ θ ι σ τ ο ρ ή μ α τ α
Νύχτες και αυγές (ΠΛΕ 1961-1963, Θεμέλιο 1963-1965, Κέδρος 1979, Σύγχρονη Εποχή 1987, Ελληνικά Γράμματα 2000), Σκηνές από το βίο του Μάξιμου Γραικού (Δίφρος 1976, Σύγχρονη Εποχή 1982, Ελληνικά Γράμματα 2002), Τα θαύματα έρχονται στην ώρα τους (Εκδ. Καρανάση 1976, Σύγχρονη Εποχή 1988), Μικρό όργανο για τον επαναπατρισμό (Κέδρος 1980), Αυτά που μένουν (Δελφίνι 1994, Ελληνικά Γράμματα 2000), Στο όριο (Ελληνικά Γράμματα 2003)
Β ι ο γ ρ α φ ι κ έ ς Μ υ θ ι σ τ ο ρ ί ε ς
Το ψωμί και το βιβλίο. Ο Γκόρκι (Σύγχρονη Εποχή 1980, Ελληνικά Γράμματα 2004), Περισσότερη ελευθερία. Ο Τσέχοφ (Σύγχρονη Εποχή 1981), Ο μεγάλος αμαρτωλός. Ο Ντοστογέφσκι (Κέδρος 1984), Ένας άνθρωπος μια εποχή. Ο Αλέξανδρος Γκέρτσεν (Γνώση 1989), Ο Μαγιακόφσκι. Τα εύκολα και τα δύσκολα (Ελληνικά Γράμματα 2000), Ο Τολστόι (Ελληνικά Γράμματα 2007)
Τ α ξ ι δ ι ω τ ι κ ά
Από τη Μόσχα στη Μόσχα. Ταξίδι στο Βόλγα (ΠΛΕ 1971, Εκδόσεις Καρανάση 1976), Οι Αρμένηδες. Ταξίδι στη χώρα τους και στην ιστορία τους (Κέδρος 1982)
Μ ε λ έ τ ε ς
Αντίσταση-Δημοκρατία. Επιλογή άρθρων (Κέδρος 1975), Πέντε Ρώσοι Κλασικοί (Σύγχρονη Εποχή 1975 και 1979, Ελληνικά Γράμματα 2006), Η ρωσική λογοτεχνία. Από τον 11ο αιώνα μέχρι την Επανάσταση του 1917 (Κέδρος 1978-79), Μια συνάντηση. Σεφέρης-Μακρυγιάννης (Πολύτυπο 1983), Ο βασιλιάς που πέθανε (Πολύτυπο 1990), Δαίμονες και δαιμονισμένοι. Επιστροφές στον Ντοστογέφσκι (Δελφίνι 1992), Ο Τολστόι, ο Σαίξπηρ και οι τρελοί (Δελφίνι 1996)
Μ ε τ α φ ρ ά σ ε ι ς
Εμμανουήλ Καζακέβιτς: Το γαλάζιο τετράδιο. Εχθροί (Θεμέλιο 1965, ΠΛΕ 1966, Θεμέλιο 1977), Η εκστρατεία του Ίγκορ (Κέδρος 1976, 1996), Ο Βίος του Πρωτόπαπα Αββακούμ (Κέδρος 1976, 1996), Η πολιορκία και η άλωση της Πόλης από τους Τούρκους (Κέδρος 1978, 1996), Γιούρι Ολέσα: Οι τρεις χοντροί (Κέδρος 1978), Αλέξανδρος Γκριμπογέντοφ: Συμφορά από το πολύ μυαλό (Δωδώνη 1990), Αλέξανδρος Πούσκιν: Η ντάμα Πίκα (Σύγχρονη Εποχή 1991), Μικρές τραγωδίες (Αθήνα 1991), Ο χάλκινος καβαλάρης (Δελφίνι 1995), Νικολάι Γκόγκολ: Η μύτη (Κέδρος 1994), Αντόν Τσέχοφ: Εχθροί (Κέδρος 1994), Φιόντορ Ντοστογέφσκι: Μπομπόκ (Κέδρος 1995), Αλέξανδρος Πούσκιν: Άλλη, καλύτερη, ζητώ ελευθερία… (Ποταμός 2004), Αντόν Τσέχοφ: Ανιαρή ιστορία (Ελληνικά Γράμματα 2005)