Δευτέρα, Μαρτίου 15, 2010

Νοέλ Μπάξερ "Τη νύχτα που γύρισε ο χρόνος"


Η πατρίδα. Ξεφτισμένες σημαίες, ένας ήλιος που χλωμιάζει με το πέρασμα των χρόνων, το φεγγαράκι (κάποτε λαμπρό) ασπρόμαυρες φωτογραφίες, χρώματα, ήχοι, μυρωδιές που ξεθωριάζουν. Ανάσες κυνηγημένων, βήματα ανταρτών, φωνές αδικημένων που ξεσηκώνονται. Τα τάγματα εργασίας, οι τόποι εξορίας και τα εκτελεστικά αποσπάσματα. «Ολο πονάν τα πόδια σου, γιαγιά.» -Μου έμεινε απ’ την αιχμαλωσία.

Η Ελλάδα ξεμακραίνει από την τοτινή πατρίδα, ξεχνά. Η Καισαριανή, η Νέα Ιωνία, η Καβάλα, η Νέα Μαινεμένη, δεν είναι πια προσφυγουπόλεις. Τρίτη και τέταρτη γενιά απογόνων χωρίς επαφή με το χθες. Και η λογοτεχνία, ακολουθεί. Πώς αλλιώς; Αντανάκλαση της ζωής δεν είναι η τέχνη;

Κι ωστόσο, μέσα στον καθρέφτη, κάποτε, κοιτούν το πρόσωπό τους υπέροχα οράματα από το παρελθόν. Χάρη σε αυτά θα έχουμε (αν έχουμε) μέλλον. Αλλά, θα τα προσέξει κάποιος; Θα δεχτεί να ερευνήσει, να φανταστεί, να πλάσει; Να δέσει τα κρόσσια της σημαίας, να φυσήξει τη σκόνη από τις αχτίδες του ήλιου και του φεγγαριού, να βάλει τα επτά χρώματα της ίριδας στις φωτογραφίες;

Ματωμένα χώματα. Μια φορά γράφονται. Οταν, ακόμα, οι πληγές σε βασανίζουν. Πόσο αίμα αντέχεις σήμερα; «Αίμα». Η σωστή λέξη όταν μιλά κανείς για τη Νοέλ Μπάξερ. Όχι εκείνο που χύνεται, χωρίζοντας λαούς, οικογένειες και ανθρώπους. Εκείνο που κυλά στις φλέβες και δίνει ζεστασιά στο σώμα το δικό σου, στο άλλο σώμα, που ακουμπάς, στο συλλογικό Σώμα. Που δίνει πνοή σε σκιές από το παρελθόν, τις στήνει ολόρθες μπροστά μας με σάρκα και οστά, έτοιμες να δημιουργήσουν. Παρακινώντας κι εσένα να πασχίσεις, να αγαπήσεις, να ερωτευθείς. Με δυο λόγια να ζήσεις.

Στο προηγούμενο βιβλίο της «Από δρυ παλιά κι από πέτρα», η περιπλάνηση των υπέροχων, δυνατών ανθρώπων της, ξεκινούσε από τη Σμύρνη και έφτανε μέχρι την Κύπρο, την Ελλάδα κι ακόμα πιο μακριά. Στο καινούργιο της μυθιστόρημα, «Τη νύχτα που γύρισε ο χρόνος», η Σουλτάνα, η κεντρική ηρωίδα της, επιστρέφει στον Πόντο. Εκεί, στο σπίτι από όπου βλέπεις τις πλαγιές με τις φουντουκιές, τις ωραίες ή σκληρές διαδρομές του παρελθόντος, ψάχνει όχι μονάχα τις ρίζες της και το παρελθόν της συνονόματης γιαγιάς της, αλλά και «το τετράφυλλο δάκρυ» όπως θα έλεγε κι ο ποιητής: την ψυχή της.

Όχι, δεν πρόκειται για ένα ακόμη ιστορικό βιβλίο. Δεν είναι ένα ακόμη μυθιστόρημα για τις χαμένες πατρίδες. Είναι ένα κείμενο με σημερινό ύφος, σημερινή δράση, σημερινές αξίες. Ένα υπέροχο ταξίδι στο σκοτεινό όσο και λαχταριστό χθες, δεμένο μαγευτικά με μια αστυνομική ιστορία και έναν έρωτα. Εστω και με ερωτηματικό, ο τελευταίος. Τι γίνεται όταν δεν θέλεις να αναλάβεις τις ευθύνες μιας σχέσης, πολλών σχέσεων; Τι συμβαίνει όταν αναλαμβάνεις ευθύνες που δεν σου ανήκουν, φτάνοντας ακόμη και στον φόνο; Και, εν τέλει, πόσο όλα αυτά που η (όχι πλέον μικρή) Σουλτάνα εξομολογείται στον ξάδερφο Σερχάτ «Τη νύχτα που γύρισε ο χρόνος» φτάνουν στα δικά του αυτιά; Μήπως είναι μια πρόφαση να μιλήσει σε έναν αλλόγλωσσο για να τα ακούσει η ίδια όπως προφέρονται φωναχτά, υποχρεώνοντας τον εαυτό της να λάβει μόνη τη δύσκολη απόφαση;

Παίρνεις απαντήσεις μέχρι το τέλος. Χορταστικές και ικανοποιητικές, όπως η αφήγηση, οι χιλιάδες μικρές στιγμές που περνούν από το μάτι της συγγραφέως, αιχμαλωτίζονται και παρουσιάζονται γεμάτες παλμό, προετοιμάζοντας τις μεγάλες στιγμές. Η αφηγηματική της δεινότητα είναι άλλωστε γνωστή. Μαζί και η ικανότητα να στήνει άρτια σκηνικά, ατμοσφαιρικές περιγραφές, να ξελογιάζει τον αναγνώστη, να τον ξεσηκώνει. Και στη συνέχεια, να του θωπεύει την ψυχή, να καταλαγιάσει πριν τον ξεσηκώσει ξανά.
Μόνη απογοήτευση; Ότι το βιβλίο κάποτε τελειώνει… Κι εσύ, προσγειώνεσαι και πάλι στη μουντή πραγματικότητα, από την οποία τόσο πολύ, τόσο όμορφα είχες ξεφύγει με την ανάγνωση, καλπάζοντας στα λιβάδια των απολαύσεων. Ή μάλλον στις μυθικές πλαγιές με τις φουντουκιές, έξω από την Κερασούντα.


Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο newsletter των εκδόσεων "Ψυχογιός" που μόλις κυκλοφόρησε. Εκδήλωση για το βιβλίο θα γίνει την Κυριακή 21 Μαρτίου ώρα 7.30μμ στο Εναστρον καφέ της οδού Σόλωνος. Να είστε εκεί.